Μην πεις κουβέντα, αλήθεια.
http://www.youtube.com/watch?v=UPbOmfeRuKw
Το θέμα ήταν να ανέβουμε στο τρένο χωρίς να κλείσουμε εισιτήρια, χωρίς καν να γνωρίζεις που πάμε. Έπεσε κατά λάθος, σχεδόν επίτηδες μια στάλα από το ποτήρι νερό που έπινες σαν να μην είχες γευτεί ποτέ ως τώρα την γεύση του υδρογόνου σε συνδυασμό με το οξυγόνο. Πιθανόν το οξυγόνο να το πήρες ήδη από το περπάτημά μας στην γκρίζα πόλη με τα αμάξια, τα φώτα και τα φανάρια που αναβοσβήνουν αλλά δεν ξέρουν το γιατί. Ξέρουμε εγώ και εσύ, αρκεί. Είναι εκεί για να μας σταματάνε από την φόρα, να γυρνάς και να κοιτάς πίσω από το μάτι, να κοιτάς στα σωθικά και να προσπαθείς να τα τραβήξεις να βγουν έξω γιατί μόνο να κρύβονται ξέρουν. Οι ανάσες μόνο δεν κρύβονται, κυρίως όταν κάνει κρύο. Σε βλέπω να τις αφήνεις, ίσως λίγο πιο γρήγορα απ'ότι συνήθως, στην προσπάθεια σου να ερμηνεύσεις το πόσο γρήγορα περνούν από μπροστά σου οι σκέψεις μου. Δώσε μου για λίγο το χέρι σου, να δω αν είναι όντως ζεστά εκεί μέσα και αν τελικά χωράω. Τι είναι όμως ο χώρος; Μήπως εμείς τον ορίζουμε με την παρουσία μας; Πόσο με αφήνεις να αναπνεύσω; Τι γίνεται αν οι αναπνοές ενωθούν, αν οι εκκρίσεις είναι αμοιβαίες; Χημεία θα σου πουν, κι αν ομογενοποιήσεις τις αισθήσεις, τότε θα σου κλείσω για λίγο το μάτι και θα προσπαθήσεις να με βρεις πίσω από την σκιά μου που τόσο καλά με κρύβει, αλλά για λίγο μόνο, ελάχιστα,... στην ουσία με ξέρεις, με ήξερες, δεν κρύφτηκα ποτέ, απλά σε αναζητούσα όσο με αναζητούσες και κάπου εκεί βρεθήκαμε.